MONOLITH LAW OFFICE+81-3-6262-3248Καθημερινές 10:00-18:00 JST [English Only]

MONOLITH LAW MAGAZINE

General Corporate

Νομικά Ζητήματα στην Ίδρυση Εταιρειών στην Ιαπωνία: Εξουσίες των Ιδρυτών, Αποδοχή Περιουσίας, Εξήγηση της Προσχηματικής Καταβολής

General Corporate

Νομικά Ζητήματα στην Ίδρυση Εταιρειών στην Ιαπωνία: Εξουσίες των Ιδρυτών, Αποδοχή Περιουσίας, Εξήγηση της Προσχηματικής Καταβολής

Η ίδρυση μιας εταιρείας αποτελεί το πρώτο βήμα για την έναρξη μιας νέας επιχείρησης. Κεντρικός παίκτης σε αυτό το σημαντικό στάδιο είναι ο “ιδρυτής”. Ωστόσο, οι εξουσίες του ιδρυτή δεν είναι απεριόριστες. Το Ιαπωνικό Εταιρικό Δίκαιο (Japanese Corporate Law) θέτει συγκεκριμένα όρια στις εξουσίες του ιδρυτή για την προστασία της εταιρείας που ιδρύεται, των μελλοντικών μετόχων και των εμπορικών συναλλαγών. Ειδικότερα, στη διαδικασία δημιουργίας της οικονομικής βάσης της εταιρείας, έχουν καθιερωθεί αυστηροί κανόνες. Η διαδικασία ίδρυσης μιας εταιρείας δεν είναι απλώς μια σειρά διοικητικών διαδικασιών, αλλά μια πράξη που κατασκευάζει τη νομική βάση που θα επηρεάσει την υγεία της μελλοντικής επιχείρησης. Για να προλάβουμε τους νομικούς κινδύνους που μπορεί να προκύψουν κατά τη διαδικασία, είναι απαραίτητη η ακριβής κατανόηση των ρυθμίσεων του Εταιρικού Δικαίου.

Ένα από αυτά τα θέματα είναι η “ανάληψη περιουσίας”. Πρόκειται για μια συμφωνία όπου ο ιδρυτής υπόσχεται να αποκτήσει συγκεκριμένη περιουσία για λογαριασμό της εταιρείας μετά την ίδρυσή της, αλλά επειδή συνοδεύεται από τον κίνδυνο να βλάψει αδίκως την περιουσία της εταιρείας, το Ιαπωνικό Εταιρικό Δίκαιο απαιτεί αυστηρές διαδικασίες όπως η καταχώρηση στο καταστατικό και η έρευνα από ελεγκτή που διορίζει το δικαστήριο. Η παράλειψη αυτών των διαδικασιών μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές νομικές συνέπειες, όπως την ακυρότητα της συμφωνίας.

Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι η “προσχηματική καταβολή”. Αυτό αφορά την πράξη που δημιουργεί την εμφάνιση ότι το μετοχικό κεφάλαιο έχει πραγματικά καταβληθεί, παραποιώντας την οικονομική βάση της εταιρείας. Σύμφωνα με την Ιαπωνική νομολογία, ακόμη και αν υπάρχει τέτοια απάτη, η καταβολή θεωρείται έγκυρη όσο υπάρχει μια τυπική μεταφορά χρημάτων, αλλά οι ιδρυτές και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που συμμετέχουν έχουν την υποχρέωση να καταβάλουν εκ νέου χρήματα στην εταιρεία και μπορεί επίσης να υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις.

Σε αυτό το άρθρο, εστιάζουμε σε τρία σημαντικά θέματα κατά την ίδρυση μιας εταιρείας στο πλαίσιο του Ιαπωνικού Εταιρικού Δικαίου: “το εύρος των εξουσιών του ιδρυτή”, “τις νομικές απαιτήσεις για την ανάληψη περιουσίας” και “τις νομικές συνέπειες της προσχηματικής καταβολής”. Αυτοί οι κανονισμοί είναι απαραίτητοι για τη διασφάλιση της αρχής της επάρκειας του κεφαλαίου, η οποία αποτελεί τη βάση για την υγιή λειτουργία της εταιρείας.

Οι Εξουσίες και τα Όρια των Ιδρυτών Εταιρειών Κάτω από το Ιαπωνικό Δίκαιο

Στη διαδικασία ίδρυσης μιας εταιρείας, οι ιδρυτές παίζουν κεντρικό ρόλο. Σύμφωνα με το άρθρο 25, παράγραφος 1 του Ιαπωνικού Νόμου Εταιρειών, οι ιδρυτές ορίζονται ως εκείνοι που δημιουργούν το καταστατικό της εταιρείας, το οποίο αποτελεί τον βασικό κανονισμό της, και υπογράφουν ή σφραγίζουν με την υπογραφή τους. Οι ιδρυτές έχουν την εξουσία να πραγματοποιούν τις απαραίτητες πράξεις για την ίδρυση της εταιρείας, ως οργανισμός της «εταιρείας υπό ίδρυση», η οποία δεν έχει ακόμη νομική υπόσταση.

Οι εξουσίες αυτές περιλαμβάνουν τη δημιουργία του καταστατικού, την απόφαση για το είδος των μετοχών που θα εκδοθούν κατά την ίδρυση, την ανάληψη μετοχών για να γίνει κάποιος μέτοχος, την εκλογή των διευθυντών και των ελεγκτών κατά την ίδρυση, καθώς και τον ορισμό των τραπεζών που θα φυλάσσουν τα κεφάλαια των μετοχών. Όλες αυτές οι πράξεις είναι απαραίτητες για να γεννηθεί νομικά η εταιρεία και να μπορέσει να ξεκινήσει την επιχειρηματική της δραστηριότητα.

Ωστόσο, οι εξουσίες των ιδρυτών περιορίζονται αυστηρά στον σκοπό της «ίδρυσης της εταιρείας». Οι πράξεις που υπερβαίνουν αυτό το πλαίσιο δεν αποδίδονται κατ’ αρχήν στην εταιρεία μετά την ίδρυσή της. Για παράδειγμα, οι δραστηριότητες που θα έπρεπε να αναλάβει η εταιρεία μετά την ίδρυση, όπως η έναρξη της επιχειρηματικής λειτουργίας πριν από την ίδρυση, συνήθως θεωρούνται εκτός των εξουσιών των ιδρυτών. Συγκεκριμένα, η μαζική αγορά αγαθών, η μακροχρόνια μίσθωση μεγάλων επιχειρηματικών ακινήτων ή η δανειοδότηση μεγάλων ποσών χρημάτων μπορεί να εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία.

Η απόφαση για το αν οι πράξεις των ιδρυτών είναι εντός των εξουσιών τους γίνεται με βάση το κριτήριο αν αντικειμενικά θεωρούνται απαραίτητες για την ίδρυση ως «πράξεις προετοιμασίας της λειτουργίας». Σε αυτό το σημείο, η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ιαπωνίας της 18ης Σεπτεμβρίου 1973 (1973) παρέχει ένα σημαντικό κατευθυντήριο. Η απόφαση αυτή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και οι πράξεις μιας εταιρείας υπό ίδρυση, εφόσον είναι εντός του πλαισίου του σκοπού της, δηλαδή αντικειμενικά απαραίτητες ως πράξεις προετοιμασίας της λειτουργίας, θα αποδίδονται στην εταιρεία μετά την ίδρυσή της. Αντίθετα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από συναλλαγές που υπερβαίνουν αυτό το πλαίσιο αποδίδονται κατ’ αρχήν στον ίδιο τον ιδρυτή που πραγματοποίησε την πράξη, και η εταιρεία μετά την ίδρυση δεν δεσμεύεται από αυτές. Επομένως, οι ιδρυτές πρέπει πάντα να δίνουν προσοχή ώστε οι πράξεις τους να παραμένουν εντός των ορίων του σκοπού της ίδρυσης.

Αυστηρές Απαιτήσεις για την Αποδοχή Περιουσίας στο Ιαπωνικό Δίκαιο

Για να διασφαλίσει την οικονομική βάση μιας εταιρείας, ο Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών επιβάλλει ειδικούς κανονισμούς όταν περιουσιακά στοιχεία εκτός από χρήματα συμβάλλονται ή όταν η περιουσία της εταιρείας διαμορφώνεται μέσω συγκεκριμένων συναλλαγών. Ένα από αυτά είναι η «αποδοχή περιουσίας».

Η αποδοχή περιουσίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 28, παράγραφος 2 του Ιαπωνικού Νόμου Εταιρειών, αναφέρεται σε συμβόλαιο όπου οι ιδρυτές αναλαμβάνουν να αποκτήσουν συγκεκριμένη περιουσία από συγκεκριμένο τρίτο μερός, υπό τον όρο της σύστασης της εταιρείας. Για παράδειγμα, αυτό μπορεί να αφορά την προκαταρκτική συμφωνία για αγορά ακινήτων ή μηχανημάτων που θα χρησιμοποιηθούν στην επιχείρηση μετά την ίδρυση της εταιρείας από συγκεκριμένο πρόσωπο.

Η αποδοχή περιουσίας μοιάζει με την εισφορά σε είδος (συμβολή περιουσιακών στοιχείων αντί για καταβολή χρημάτων), αλλά νομικά διαφέρει. Προϋποθέτει μια διαδικασία δύο σταδίων: πρώτα η εταιρεία λαμβάνει την καταβολή χρημάτων από τους μετόχους και στη συνέχεια χρησιμοποιεί αυτά τα χρήματα ως αντάλλαγμα για την αγορά της συγκεκριμένης περιουσίας.

Ο Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών επιβάλλει αυστηρούς κανονισμούς στην αποδοχή περιουσίας για να προστατεύσει την αρχή της ενίσχυσης του κεφαλαίου της εταιρείας. Εάν συναφθεί συμβόλαιο αγοράς περιουσίας σε αδικαιολόγητα υψηλή τιμή, τότε η περιουσία της εταιρείας μειώνεται ουσιαστικά, προκαλώντας ζημιά στους άλλους μετόχους και στους πιστωτές της εταιρείας. Για να αποτραπεί αυτή η κατάσταση, η αποδοχή περιουσίας ως «ειδικό στοιχείο ίδρυσης» πρέπει να πληροί τις ακόλουθες αυστηρές νομικές απαιτήσεις για να έχει νομική ισχύ:

Πρώτον, πρέπει να καταχωρηθούν στο καταστατικό η περιουσία που θα αποκτηθεί, η αξία της και το όνομα ή η επωνυμία του παραχωρητή (Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών, άρθρο 28, παράγραφος 2). Ένα συμβόλαιο αποδοχής περιουσίας που δεν έχει καταχωρηθεί στο καταστατικό θεωρείται ότι δεν έχει νομική ισχύ.

Δεύτερον, καταρχήν, η αξία της περιουσίας που έχει καταχωρηθεί στο καταστατικό πρέπει να ελεγχθεί για το αν είναι εύλογη, μέσω εξέτασης από ελεγκτή που ορίζει το δικαστήριο (Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών, άρθρο 33, παράγραφος 1). Ο ελεγκτής αξιολογεί την αξία της περιουσίας από αντικειμενική άποψη και αναφέρει τα ευρήματά του στο δικαστήριο.

Ωστόσο, δεν απαιτείται πάντα η εξέταση από ελεγκτή. Ο Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών, άρθρο 33, παράγραφος 10, προβλέπει τις ακόλουθες εξαιρέσεις:

  • Όταν το συνολικό ποσό της αξίας της περιουσίας που έχει καταχωρηθεί στο καταστατικό δεν υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια γιεν.
  • Όταν η περιουσία που θα αποκτηθεί αποτελείται από αξιόγραφα με αγοραία τιμή και η αξία που έχει καταχωρηθεί στο καταστατικό δεν υπερβαίνει αυτήν την αγοραία τιμή.
  • Όταν η αξία που έχει καταχωρηθεί στο καταστατικό έχει πιστοποιηθεί ως εύλογη από ειδικούς όπως δικηγόρους, καταχωρημένους λογιστές ή φοροτεχνικούς (συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης της αξίας).

Συμβόλαια αποδοχής περιουσίας που δεν πληρούν κάποια από αυτές τις αυστηρές απαιτήσεις θεωρούνται νομικά άκυρα. Αυτή η άκυροτητα είναι απόλυτη και δεν μπορεί να καταστεί έγκυρη ακόμα και με επικύρωση από τη γενική συνέλευση των μετόχων σε μεταγενέστερο χρόνο. Για παράδειγμα, η απόφαση του Δικαστηρίου του Τόκιο της 27ης Φεβρουαρίου 1991 (1991年2月27日) αναγνώρισε σαφώς την άκυροτητα μιας αποδοχής περιουσίας που δεν είχε καταχωρηθεί στο καταστατικό. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας να τηρούνται αυτές οι νομικές απαιτήσεις κατά την ίδρυση μιας εταιρείας, όταν προγραμματίζεται η απόκτηση συγκεκριμένης περιουσίας.

Οι Κίνδυνοι και οι Νομικές Συνέπειες της Φαινομενικής Καταβολής Κεφαλαίου στην Ιαπωνία

Το μετοχικό κεφάλαιο μιας εταιρείας αποτελεί τη βάση των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων. Για αυτό το λόγο, ο Ιαπωνικός Νόμος Εταιρειών επιβάλλει στους ιδρυτές και στους αναλήπτες μετοχών την υποχρέωση να καταβάλλουν το αντίτιμο για τις μετοχές που έχουν αναλάβει. Ωστόσο, η φαινομενική καταβολή κεφαλαίου αποτελεί μια απάτη που στοχεύει στην παράκαμψη αυτής της υποχρέωσης.

Η φαινομενική καταβολή κεφαλαίου αναφέρεται στην πράξη που, ενώ εξωτερικά φαίνεται ότι η καταβολή έχει ολοκληρωθεί, στην πραγματικότητα δεν εξασφαλίζει την περιουσία της εταιρείας. Ένας τυπικός τρόπος είναι η “προσωρινή κατάθεση”, όπου ο ιδρυτής συνωμοτεί με τον φορέα εκκαθάρισης πληρωμών (όπως μια τράπεζα), δανείζεται χρήματα για να καλύψει την καταβολή και, μόλις ολοκληρωθεί η εγγραφή ίδρυσης της εταιρείας, επιστρέφει αμέσως το δάνειο. Ως αποτέλεσμα, το ποσό του μετοχικού κεφαλαίου κατατίθεται προσωρινά στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας, αλλά αναλαμβάνεται αμέσως, χωρίς να δημιουργείται πραγματικά περιουσία για την εταιρεία.

Το πρόβλημα με αυτή την πρακτική είναι ότι η περιουσιακή βάση της εταιρείας γίνεται ουσιαστικά ανύπαρκτη, βλάπτοντας σοβαρά την αρχή της επάρκειας του κεφαλαίου, η οποία αποτελεί τον πυρήνα της εταιρικής αξιοπιστίας.

Ενδιαφέρον είναι ότι το Ιαπωνικό νομικό σύστημα ρυθμίζει τις νομικές συνέπειες της φαινομενικής καταβολής κεφαλαίου από δύο πλευρές. Αρχικά, όσον αφορά την ίδια την καταβολή, αυτή θεωρείται έγκυρη. Από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της 6ης Δεκεμβρίου 1963 (1963), η Ιαπωνική νομολογία έχει συνεπώς κρίνει ότι, ακόμη και αν τα χρήματα είναι δανεικά και προορίζονται για άμεση επιστροφή, η καταβολή είναι έγκυρη εφόσον έχει πραγματοποιηθεί πραγματική μεταφορά χρημάτων. Αυτή η λογική προέρχεται από την προστασία της ασφάλειας των συναλλαγών και έχει ενσωματωθεί στο άρθρο 64, παράγραφος 1 του τρέχοντος Ιαπωνικού Νόμου Εταιρειών.

Ωστόσο, η έγκυρη καταβολή δεν απαλλάσσει τους ιδρυτές από τις ευθύνες τους. Αντίθετα, επιβάλλονται αυστηρές ευθύνες. Το άρθρο 64, παράγραφος 1 του Ιαπωνικού Νόμου Εταιρειών ορίζει ότι οι ιδρυτές και οι διευθυντές κατά την ίδρυση που συμμετέχουν σε φαινομενική καταβολή κεφαλαίου φέρουν αλληλέγγυα την υποχρέωση να καταβάλλουν πραγματικά στην εταιρεία το αντίστοιχο ποσό της καταβολής. Αυτός ο κανονισμός στοχεύει στην αναπλήρωση της χαμένης περιουσίας της εταιρείας και στην πραγματική εξασφάλιση του κεφαλαίου.

Επιπλέον, η φαινομενική καταβολή κεφαλαίου δεν περιορίζεται μόνο σε αστικές ευθύνες, αλλά επισύρει και ποινικές κυρώσεις. Η πράξη εκδόσεως ψευδούς πιστοποιητικού καταθέσεως από τον φορέα εκκαθάρισης πληρωμών μπορεί να συνιστά παράβαση του άρθρου 157, παράγραφος 1 του Ιαπωνικού Ποινικού Κώδικα. Επιπρόσθετα, το άρθρο 965 του Ιαπωνικού Νόμου Εταιρειών προβλέπει αυστηρές ποινές για πράξεις όπως η προσωρινή κατάθεση με σκοπό τη φαινομενική καταβολή κεφαλαίου, επιβάλλοντας ποινή φυλάκισης έως πέντε έτη ή πρόστιμο έως πέντε εκατομμύρια γιεν ή και τα δύο. Έτσι, η φαινομενική καταβολή κεφαλαίου ως μια σοβαρή παράβαση που υπονομεύει τη βάση της εταιρείας, ρυθμίζεται αυστηρά από τον πολιτικό και ποινικό νόμο.

Σύγκριση Αποδοχής Περιουσίας και Εισφοράς σε Είδος Κάτω από το Ιαπωνικό Δίκαιο

Η αποδοχή περιουσίας και η εισφορά σε είδος είναι δύο διαδικασίες που σχετίζονται με την οικονομική βάση μιας εταιρείας και, καθώς μπορούν να επηρεάσουν την κεφαλαιακή της επάρκεια, υπόκεινται σε αυστηρούς κανονισμούς σύμφωνα με τον Ιαπωνικό Νόμο των Εταιρειών (特殊設立事項). Και οι δύο απαιτούν αναφορά στο καταστατικό και, καταρχήν, έλεγχο από τον επιθεωρητή. Ωστόσο, οι νομικές τους φύσεις και σκοποί διαφέρουν.

Η εισφορά σε είδος αφορά την πράξη των ιδρυτών ή άλλων να συνεισφέρουν περιουσιακά στοιχεία όπως ακίνητα, μετοχές, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας κλπ., αντί για χρήματα. Ο σκοπός είναι να επιτρέψει σε κατόχους μη χρηματικών περιουσιακών στοιχείων να συμμετέχουν στη διοίκηση μιας εταιρείας με την εισφορά αυτών των περιουσιακών στοιχείων ως κεφάλαιο. Ως αντάλλαγμα, τους αποδίδονται μετοχές ανάλογες με την αξία της εισφοράς τους.

Από την άλλη πλευρά, η αποδοχή περιουσίας αναφέρεται σε συμβόλαιο όπου, με βάση την προϋπόθεση της καταβολής χρημάτων, χρησιμοποιούνται τα συγκεντρωμένα κεφάλαια για την αγορά συγκεκριμένης περιουσίας από συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο σκοπός είναι να εξασφαλιστεί εκ των προτέρων η συγκεκριμένη περιουσία που θα χρειαστεί η εταιρεία μετά την ίδρυσή της. Το αντάλλαγμα δεν είναι μετοχές, αλλά χρήματα που πληρώνονται από τα καταβληθέντα κεφάλαια.

Αυτή η διαφορά στη νομική φύση καθιστά σαφή τη διάκριση των σχέσεων μεταξύ των δύο. Η εισφορά σε είδος είναι συμβόλαιο μεταξύ του εισφέροντος και της εταιρείας που ιδρύεται, ενώ η αποδοχή περιουσίας είναι συμβόλαιο μεταξύ των ιδρυτών και του προσώπου που μεταβιβάζει την περιουσία (τρίτου). Ο παρακάτω πίνακας συνοψίζει τις κύριες διαφορές μεταξύ των δύο.

ΚριτήριοΑποδοχή ΠεριουσίαςΕισφορά σε Είδος
ΟρισμόςΣυμβόλαιο όπου οι ιδρυτές αποκτούν συγκεκριμένη περιουσία με την ίδρυση της εταιρείας ως προϋπόθεση.Η πράξη της συνεισφοράς περιουσιακών στοιχείων όπως ακίνητα ή μετοχές αντί για χρήματα.
Νομική ΒάσηΆρθρο 28, παράγραφος 2 του Ιαπωνικού Νόμου των ΕταιρειώνΆρθρο 28, παράγραφος 1 του Ιαπωνικού Νόμου των Εταιρειών
ΣκοπόςΝα εξασφαλιστεί εκ των προτέρων η συγκεκριμένη περιουσία που θα χρειαστεί η εταιρεία.Να επιτρέψει στους κατόχους μη χρηματικών περιουσιακών στοιχείων να συμμετέχουν στη διοίκηση της εταιρείας.
ΜέρηΟι ιδρυτές και το πρόσωπο που μεταβιβάζει την περιουσία (τρίτος).Οι ιδρυτές (ή οι μέτοχοι που αναλαμβάνουν μετοχές) και η εταιρεία που ιδρύεται.
Πληρωμή ΑνταλλάγματοςΗ πληρωμή γίνεται από τα καταβληθέντα κεφάλαια μετά την ίδρυση της εταιρείας.Αποδίδονται μετοχές.
ΡύθμισηΩς ειδική περίπτωση ίδρυσης, απαιτείται αναφορά στο καταστατικό και έλεγχος από τον επιθεωρητή.Ως ειδική περίπτωση ίδρυσης, απαιτείται αναφορά στο καταστατικό και έλεγχος από τον επιθεωρητή.
Συνέπειες ΠαράβασηςΤο συμβόλαιο καθίσταται άκυρο.Η διαδικασία της εισφοράς σε είδος καθίσταται άκυρη και μπορεί να προκύψει υποχρέωση καταβολής σε χρήματα.

Συνοπτικά

Στο παρόν άρθρο, αναλύσαμε βασικές πτυχές της διαδικασίας ίδρυσης εταιρειών κάτω από τον Ιαπωνικό Εταιρικό Νόμο, ειδικότερα το εύρος των εξουσιών των ιδρυτών, τις απαιτήσεις για την αποδοχή περιουσιακών στοιχείων και τα ζητήματα των φαινομενικών καταβολών, με βάση τη νομοθεσία και τη νομολογία. Αυτοί οι κανονισμοί αποτελούν τον πυρήνα της προστασίας της περιουσιακής βάσης της εταιρείας και της διαφύλαξης των συμφερόντων των μετόχων και των πιστωτών. Ειδικά, οι αυστηρές διαδικασίες για την αποδοχή περιουσιακών στοιχείων και οι σοβαρές ποινικές και αστικές κυρώσεις για τις φαινομενικές καταβολές δείχνουν πόσο σημαντική είναι η αρχή της επάρκειας κεφαλαίου για τον Ιαπωνικό Εταιρικό Νόμο. Η ακριβής κατανόηση και συμμόρφωση με αυτούς τους κανόνες αποτελεί το πρώτο βήμα για μια υγιή και βιώσιμη διαχείριση της επιχείρησης. Η ίδρυση μιας εταιρείας δεν είναι απλώς μια τυπική διαδικασία, αλλά ένα σημαντικό βήμα για την εδραίωση της νομικής της βάσης.

Το νομικό μας γραφείο Monolith έχει εκτεταμένη εμπειρία στην αντιμετώπιση των περίπλοκων νομικών ζητημάτων που προκύπτουν κατά το στάδιο ίδρυσης των εταιρειών. Έχουμε παράσχει μια ευρεία γκάμα νομικών υπηρεσιών που προσαρμόζονται στις ατομικές ανάγκες των πελατών μας, όπως συμβουλές σχετικά με τις εξουσίες των ιδρυτών, υποστήριξη στη δημιουργία καταστατικών που περιλαμβάνουν την αποδοχή περιουσιακών στοιχείων και τις συνεισφορές ειδών, καθώς και την κατασκευή συστημάτων συμμόρφωσης για τις καταβολές κεφαλαίου. Στο γραφείο μας εργάζονται ειδικοί που διαθέτουν όχι μόνο Ιαπωνικές δικηγορικές πιστοποιήσεις αλλά και πιστοποιήσεις από ξένες χώρες, και είναι ικανοί να σας υποστηρίξουν στην επιχείρησή σας με μια διεθνή προοπτική. Εάν έχετε ανησυχίες ή ερωτήσεις σχετικά με τα θέματα που αναλύθηκαν σε αυτό το άρθρο, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας για μια συμβουλευτική συνάντηση.

Managing Attorney: Toki Kawase

The Editor in Chief: Managing Attorney: Toki Kawase

An expert in IT-related legal affairs in Japan who established MONOLITH LAW OFFICE and serves as its managing attorney. Formerly an IT engineer, he has been involved in the management of IT companies. Served as legal counsel to more than 100 companies, ranging from top-tier organizations to seed-stage Startups.

Επιστροφή στην κορυφή