Παραβίαση του δικαιώματος εμπορικού σήματος από τους πωλητές και η νομική ευθύνη των διαχειριστών διαδικτυακών εμπορικών κέντρων
Ακόμα και αν προκύψουν προβλήματα μεταξύ των χρηστών και των καταστημάτων σε ένα διαδικτυακό εμπορικό κέντρο (εφεξής αναφερόμενο ως “Μολ”), οι διαχειριστές του Μολ δεν φέρουν ευθύνη απέναντι στους χρήστες, εκτός από μερικές εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά κανόνα.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν ένας πωλητής μέσα στο Μολ διαπράττει παραβιάσεις δικαιωμάτων; Θα εξετάσουμε μια δίκη όπου διεκδικήθηκε εάν οι διαχειριστές του Μολ φέρουν ευθύνη για παραβίαση των δικαιωμάτων εμπορικής σήματος, όταν αυτή διαπράττεται από έναν εκθέτη.
Περίληψη της Υπόθεσης
Η αγωγή κατατέθηκε από μια Ιταλική εταιρεία που διαχειρίζεται τα δικαιώματα του εμπορικού σήματος «Chupa Chups». Ο ενάγων ισχυρίστηκε ότι η εμφάνιση προϊόντων με την ένδειξη «Chupa Chups» από έξι καταστήματα στην αγορά της Rakuten αποτελεί παραβίαση του εμπορικού σήματος και αθέμιτο ανταγωνισμό (Ιαπωνικός Νόμος για την Πρόληψη του Αθέμιτου Ανταγωνισμού, Άρθρο 2, Παράγραφος 1, Σημεία 1 και 2). Κατά συνέπεια, ζήτησε να καταλογιστεί ευθύνη όχι μόνο στους εν λόγω καταστηματάρχες αλλά και στον διαχειριστή του εμπορικού κέντρου, την Rakuten, απαιτώντας διαταγή παύσης και αποζημίωσης.
Στην πρώτη δίκη, το δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος (Απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου του Τόκιο, 31 Αυγούστου 2010), δικαιολογώντας ότι οι πωλητές των προϊόντων στις σελίδες της Rakuten είναι οι ίδιοι οι καταστηματάρχες και όχι ο διαχειριστής του εμπορικού κέντρου. Από την πλευρά τους, οι εκπρόσωποι της «Chupa Chups» δεν συμφώνησαν με την απόφαση και κατέθεσαν έφεση.
Τα Κύρια Ζητήματα της Έφεσης
Δεν υπήρχε διαφωνία μεταξύ των μερών ότι ο πωλητής που είναι άμεσα υπεύθυνος για τις πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος διέπραξε παραβίαση του δικαιώματος εμπορικού σήματος. Τα κύρια ζητήματα που αναδύθηκαν αφορούσαν το αν η Rakuten Market, η οποία δεν είναι η άμεση πωλήτρια, φέρει επίσης ευθύνη για παραβίαση του δικαιώματος εμπορικού σήματος, και αυτό από δύο σκοπιές:
- Εάν η παραβίαση του δικαιώματος εμπορικού σήματος περιορίζεται μόνο στην περίπτωση «χρήσης» του συγκεκριμένου σήματος
- Εάν ο διαχειριστής της ιστοσελίδας, που δεν είναι ο πωλητής, μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως «υπεύθυνος» για την παραβίαση του εμπορικού σήματος
Αυτά ήταν τα δύο κύρια ζητήματα.
Η ισχυρισμός της «Japanese Chupa Chups»
Ο ενάγων, όσον αφορά το ζήτημα 1, δήλωσε:
Είναι προφανές ότι η χρήση του ίδιου σήματος από τρίτους χωρίς άδεια αποτελεί τυπική περίπτωση παραβίασης του δικαιώματος εμπορικού σήματος, αλλά και άλλες μορφές δράσης που βλάπτουν τη διακριτική ικανότητα του καταχωρημένου σήματος και καθιστούν αδύνατη την αυτο-και-αλλο-αναγνώριση των επιλεγμένων προϊόντων και υπηρεσιών, πρέπει επίσης να θεωρηθούν πράξεις παραβίασης του δικαιώματος εμπορικού σήματος και να αντιμετωπιστούν με διαταγή απαγόρευσης, ενώ σε περίπτωση που ο δράστης ενεργεί εσκεμμένα ή από αμέλεια, οφείλει να αναλάβει την υποχρέωση αποζημίωσης.
Ανώτατο Δικαστήριο Ιδιοκτησίας Πνευματικής Ιδιοκτησίας, 14 Φεβρουαρίου 2012 (2012)
Υποστήριξε ότι η παραβίαση του δικαιώματος εμπορικού σήματος δεν περιορίζεται μόνο στην περίπτωση «χρήσης» του σήματος, αλλά επεκτείνεται και σε πράξεις που «βλάπτουν τη διακριτική ικανότητα του καταχωρημένου σήματος και καθιστούν αδύνατη την αυτο-και-αλλο-αναγνώριση» των επιλεγμένων προϊόντων και υπηρεσιών.
Σχετικά με το ζήτημα 2, ο ενάγων ανέλυσε την ευθύνη της «Japanese Rakuten» ως εξής: Η αγορά της Rakuten επιλέγει τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχει, παρέχει αποτελέσματα αναζήτησης σε μοναδική μορφή, προσφέρει πληροφορίες προϊόντων ως προϊόντα εντός της Rakuten και δίνει οδηγίες στους πωλητές για τη δημιουργία δεδομένων σε κατάλληλη μορφή, αναλαμβάνοντας έτσι κρίσιμες ενέργειες στην παρουσίαση των προϊόντων.
Επιπλέον, η αγορά της Rakuten δέχεται αιτήσεις αγοράς προϊόντων από πελάτες, τις επεξεργάζεται, τις μεταβιβάζει στους πωλητές και στέλνει «email επιβεβαίωσης παραγγελίας» στους πελάτες, μεταβιβάζει πληροφορίες για τον προορισμό αποστολής των προϊόντων στους πωλητές και, κατά τη χρήση πιστωτικών καρτών για πληρωμές, μεταβιβάζει τις πληροφορίες της κάρτας απευθείας στις τράπεζες για έγκριση. Επειδή αυτές οι ενέργειες είναι απαραίτητες για τη μεταβίβαση των προϊόντων, η Rakuten αναλαμβάνει κρίσιμες ενέργειες στη διαδικασία μεταβίβασης των προϊόντων.
Επιπρόσθετα, η αγορά της Rakuten εισπράττει «τέλη χρήσης συστήματος» με βάση τον όγκο των πωλήσεων των πωλητών, σε ποσοστό 2-4%, λαμβάνοντας έτσι ένα μερίδιο από τα έσοδα των πραγματικά πωληθέντων προϊόντων και δεν βρίσκεται σε ουδέτερη θέση μεταξύ πωλητών και πιθανών αγοραστών, αλλά πωλεί τα προϊόντα μαζί με τους πωλητές ή μέσω αυτών.
Τα επιχειρήματα της Rakuten
Από τη μία πλευρά, η Rakuten υποστηρίζει ότι, όσον αφορά το ζήτημα 1, η ισχυρισμός του ενάγοντος ότι κάθε πράξη που «βλάπτει τη διακριτική ικανότητα του καταχωρημένου σήματος» αποτελεί παραβίαση του δικαιώματος του σήματος, ακόμα και αν δεν αντιστοιχεί σε «χρήση του καταχωρημένου σήματος», αποκλίνει σημαντικά από το κείμενο του νόμου περί σημάτων και δεν έχει νομική βάση στο θεσμικό δίκαιο, ενώ οι αιτήσεις για διακοπή βάσει του άρθρου 36 του Νόμου περί Σημάτων αφορούν τους «παραβάτες του δικαιώματος του σήματος ή όσους ενδέχεται να το παραβιάσουν», όπως ισχυρίζεται.
Όσον αφορά το ζήτημα 2, η Rakuten επαναλαμβάνει το επιχείρημα που παρουσίασε στο πρωτόδικο δικαστήριο, ότι ο ρόλος της στην αγορά είναι να παρέχει στους πωλητές έναν «χώρο» όπου μπορούν να προσφέρουν προϊόντα και να διενεργούν συναλλαγές με τους πελάτες, και ότι οι πωλητές είναι αυτοί που πραγματικά προσφέρουν τα προϊόντα, ενώ η Rakuten απλώς κερδίζει μια προμήθεια ως αμοιβή για τη χρήση του χώρου, όταν ολοκληρωθεί μια συναλλαγή.
Επιπλέον, όταν ένας πωλητής ξεκινά να πωλεί στην Rakuten Market, η Rakuten διενεργεί έναν έλεγχο βάσει των όρων της, αλλά αυτός ο έλεγχος γίνεται αποκλειστικά για να διαπιστωθεί αν ο επιχειρηματίας είναι κατάλληλος για να του παρασχεθεί ο «χώρος» της Rakuten Market. Αν εγκριθεί η πώληση, ο πωλητής μπορεί να αναρτήσει και να προσφέρει προϊόντα στην προσωπική του σελίδα χωρίς να χρειάζεται προηγούμενη έγκριση για κάθε προϊόν, και η Rakuten δεν έχει την εξουσία να προσφέρει προϊόντα στην αγορά ή να διαγράφει προϊόντα που έχουν ήδη προσφερθεί, και συστηματικά είναι αδύνατο για τον πρωτόδικο κατηγορούμενο να αποτρέψει εκ των προτέρων την προσφορά συγκεκριμένων προϊόντων στην Rakuten Market, όπως ισχυρίζεται.
Επιπρόσθετα, η προμήθεια που λαμβάνει η Rakuten Market από τον πρωτόδικο κατηγορούμενο κυμαίνεται μεταξύ 2-4% των εσόδων από τις πωλήσεις που έχουν ολοκληρωθεί, ποσοστό που είναι κοντά στο ενοίκιο που βασίζεται στα έσοδα (περίπου 5-10%) που καταβάλλεται σε πραγματικά εμπορικά κέντρα, και μάλιστα είναι ακόμη χαμηλότερο, κάτι που δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ποσοστό κέρδους που βασίζεται στην υπόθεση ότι φέρει την ευθύνη ενός πωλητή, όπως επίσης ισχυρίζεται.
Η Απόφαση του Εφετείου
Το Ανώτατο Δικαστήριο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, σχετικά με το ζήτημα 1, αναφέρει ότι
ο Νόμος για τα Εμπορικά Σήματα, στο άρθρο 37 του, καθορίζει τις πράξεις που θεωρούνται παραβιάσεις, αλλά το δικαίωμα του εμπορικού σήματος είναι το δικαίωμα “να αποκλειστικά χρησιμοποιήσει το εγγεγραμμένο σήμα για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες” (άρθρο 25), και ο κάτοχος του εμπορικού σήματος μπορεί “να απαιτήσει τη διακοπή ή την πρόληψη της παραβίασης από κάποιον που παραβιάζει ή ενδέχεται να παραβιάσει το εμπορικό του σήμα…” (άρθρο 36, παράγραφος 1). Επομένως, δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι παραβιάσεις περιορίζονται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο παραβάτης κάνει χρήση του σήματος όπως ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 3 του νόμου. Είναι δυνατόν να εξεταστεί ο φορέας της πράξης από κοινωνική και οικονομική άποψη, και δεν υπάρχει ανάγκη να περιοριστούμε στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις σαφείς διατάξεις για την έμμεση παραβίαση (άρθρο 37).
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω,
το δικαστήριο έκρινε ότι η παραβίαση του εμπορικού σήματος δεν περιορίζεται στη “χρήση” και αναγνώρισε τα επιχειρήματα της “Chupa Chups”.
Σχετικά με το ζήτημα 2, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι διαχειριστές ιστοσελίδων (διαχειριστές εμπορικών κέντρων) μπορεί:
- Ακόμη και αν είναι διαχειριστές, να γίνουν συνένοχοι σε παράνομες πράξεις αν αναγνωρίσουν συγκεκριμένα ότι οι πωλητές παραβιάζουν τα δικαιώματα τρίτων με τα προϊόντα που προσφέρουν.
- Οι διαχειριστές λαμβάνουν επιχειρηματικά οφέλη, όπως τέλη για την χρήση του συστήματος και τα ενοίκια των καταστημάτων, από τη σύναψη συμβάσεων με τους πωλητές.
- Οι διαχειριστές μπορούν να λάβουν μέτρα για να αποφύγουν τις παραβιάσεις, όπως την αφαίρεση περιεχομένου ή την παύση λειτουργίας του καταστήματος, όταν αναγνωρίσουν την ύπαρξη παραβιάσεων.
Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω συνθήκες, το δικαστήριο κατέληξε ότι:
Όταν ο διαχειριστής γνωρίζει ή έχει επαρκείς λόγους να γνωρίζει για την παραβίαση του εμπορικού σήματος από έναν πωλητή, είναι δίκαιο να θεωρηθεί ότι, εάν δεν αφαιρεθεί η παραβατική σελίδα από το διαδίκτυο εντός ενός λογικού χρονικού πλαισίου, ο διαχειριστής μπορεί να κατηγορηθεί για παραβίαση του εμπορικού σήματος και να αντιμετωπίσει αιτήματα για διακοπή και αποζημίωση από τον κάτοχο του σήματος, μετά την πάροδο του προαναφερθέντος χρονικού πλαισίου.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω,
στην παρούσα υπόθεση, η αγορά Rakuten αναγνωρίστηκε ότι αφαίρεσε και διόρθωσε όλα τα στοιχεία εντός 8 ημερών, που θεωρείται λογικό χρονικό πλαίσιο, μετά την αναγνώριση της παραβίασης του εμπορικού σήματος. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβίασε παράνομα το εμπορικό σήμα ή ότι διέπραξε πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού, και για αυτό το λόγο απέρριψε την έφεση.
Οι διαχειριστές ιστοσελίδων, όταν λαμβάνουν ειδοποιήσεις για παραβιάσεις του νόμου περί εμπορικών σημάτων από τους κατόχους των σημάτων, οφείλουν να ερευνήσουν άμεσα την ύπαρξη παραβιάσεων. Εφόσον εκπληρώνουν αυτή την υποχρέωση, δεν θα φέρουν ευθύνη για απαγόρευση ή αποζημίωση λόγω παραβίασης του εμπορικού σήματος. Ωστόσο, αν παραλείψουν να το κάνουν, μπορεί να καταλήξουν να φέρουν τις ίδιες ευθύνες με τους πωλητές.
Συνοπτικά
Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου Ιδιοκτησίας Πνευματικής Ιδιοκτησίας στην υπόθεση του «Japanese Chupa Chups» εξετάζει συγκεκριμένα την κατάσταση διαχείρισης και ελέγχου των πωλητών στην αγορά της Rakuten. Ωστόσο, καταδεικνύει ότι σε περίπτωση παραβίασης του δικαιώματος εμπορικού σήματος, εάν ο διαχειριστής του εμπορικού κέντρου δεν αντιδράσει άμεσα μετά τη γνώση της παράνομης πράξης και την αφήσει ανεξέλεγκτη, μπορεί να κληθεί να αναλάβει ευθύνη. Απαιτείται προσοχή.
Οδηγίες για τα Μέτρα από το Δικηγορικό μας Γραφείο
Το Δικηγορικό Γραφείο Monolith είναι ένα γραφείο με υψηλή εξειδίκευση στον τομέα της πληροφορικής, και ειδικότερα στο διαδίκτυο και το δίκαιο. Στα τελευταία χρόνια, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, και ειδικά τα εμπορικά σήματα, έχουν προσελκύσει μεγάλη προσοχή, και η ανάγκη για νομικό έλεγχο αυξάνεται συνεχώς. Το γραφείο μας προσφέρει λύσεις σχετικά με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Παρακαλούμε δείτε το παρακάτω άρθρο για περισσότερες λεπτομέρειες.